Ένα λεπτό απ' τους αιώνες σου....

Αγία Μαρία ...δώσε μου ένα λεπτό απ τους αιώνες σου



Αγία Πόρνη σε είπανε …και κλάψανε στη θύμισή σου όλες οι αλύτρωτες ψυχές οι πονεμένες…

Στη γυμνή σου θέα μόνο τα μάτια μου στη γη μπορώ να χαμηλώσω…

Όχι από ντροπή που δεν σε σκέπασε ολάκερη του Ζωσιμά το ράσο , μα γιατί τα δικά μου τα ρούχα τα ξεχωριστά δεν μπορούν την γύμνια της ψυχής μου να καλύψουν …

Δώσε μου ένα λεπτό αληθινής μετάνοιας …ένα λεπτό απ΄τους αμέτρητους αιώνες που χώρεσαν σε σαράντα επτά χρόνια της ηλιοκαμένης δικής σου …

Δώσε μου ένα ψίχουλο λυγμού από τα τρία καρβέλια που χόρταιναν την ζήση σου και την καρτερική σου θλίψη ….

Την ελπίδα στα μάτια σου αντικρίζω κάθε φορά που της απελπισίας η χάρυβδη θέλει να με αγκαλιάσει …

Στην δίνη της να αντισταθώ βοήθα με …Κι απόψε πριν κλείσω τα πάλι στεγνά μου μάτια εσέ θ’ αναζητήσω…

«Έκβαλόντες με νυνί περιεκύκλωσάν με». «Το άγαλλίαμά μου, λύτρωσαί με από των κυκλωσάντων με»

Αγία του Θεού πρέσβευε υπέρ ημών …





Στην κόλαση δεν πάνε οι αμαρτωλοί μα οι αμετανόητοι

Στην εκκλησία του Αγίου Γερασίμου, στην Πολυκλινική, ερχόντουσαν πολλοί προσκυνητές ν' ανάψουν το κεράκι τους. Μερικοί έμεναν για εξομολόγηση, άλλοι έπαιρναν απλώς ευχή, ενώ άλλοι άναβαν το κερί τους, έκαναν το σταυρό τους κι έφευγαν.

Ερχόντουσαν κάθε λογής άνθρωποι, άνδρες, γυναίκες, μικροί, μεγάλοι, μορφωμένοι, απλοϊκοί κ.λπ. Στην περιοχή της Ομόνοιας έμεναν άνθρωποι κάθε κατηγορίας.

Παλαιά συνηθίζαμε, κατά την εορτή των Θεοφανείων, ν' αγιάζομε τα σπίτια.

Κάποια χρονιά επήγα κι εγώ κι αγίαζα. Χτυπούσα τις πόρτες των διαμερισμάτων, μου ανοίγανε κι έμπαινα μέσα ψάλλοντας: «Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε ...;». Όπως πήγαινα στην οδό Μαιζώνος, βλέπω μια σιδερένια πόρτα.

Ανοίγω, μπαίνω μέσα στην αυλή, που ήταν γεμάτη από μανταρινιές, πορτοκαλιές, λεμονιές, και προχωρώ στη σκάλα. Ήταν μια σκάλα εξωτερική, που ανέβαινε πάνω και κάτω είχε υπόγειο. Ανέβηκα τη σκάλα, χτυπάω την πόρτα και παρουσιάζεται μια κυρία. Αφού μου άνοιξε, εγώ άρχισα κατά τη συνήθειά μου το «Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου, Κύριε ...;». Με σταματάει απότομα.

Εν τω μεταξύ με ακούσανε και δεξιά κι αριστερά στο διάδρομο βγαίνανε κοπέλες απ' τα δωμάτια. «Κατάλαβα, έπεσα σε οίκο ανοχής», είπα μέσα μου. Η γυναίκα μπήκε μπροστά μου να μ' εμποδίσει.

-Να φύγεις, μου λέει. Δεν κάνει αυτές να φιλήσουν το Σταυρό. Να φιλήσω εγώ το Σταυρό και να φύγεις, σε παρακαλώ.

Εγώ τώρα πήρα σοβαρό και επιτιμητικό ύφος και της λέω:

-Εγώ δεν μπορώ να φύγω! Εγώ είμαι παπάς, δεν μπορώ να φύγω! Ήλθα εδώ ν' αγιάσω. -Ναι, αλλά δεν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό αυτές ειπε η γυναίκα. -Μα δεν ξέρομε αν κάνει να φιλήσουν το Σταυρό αυτές ή εσύ. Διότι αν με ρωτήσει ο Θεός και ζητήσει να Του πω ποιος κάνει να φιλήσει το Σταυρό, οι κοπέλες ή εσύ, μπορεί να έλεγα: «Οι κοπέλες κάνει να τον φιλήσουν και όχι εσύ. Οι ψυχές τους είναι πιο καλές από τη δική σου».

Εκείνη τη στιγμή εκοκκίνησε λίγο. Της λέω λοιπόν:

-Άσε τα κορίτσια να φιλήσουν το Σταυρό.

Τους έκανα νόημα να πλησιάσουν. Εγώ πιο μελωδικά από πρώτα έψαλα το «Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου Σου Κύριε ...;», διότι είχα μια χαρά μέσα μου, που ο Θεός οικονόμησε τα πράγματα να πάω και σ' αυτές τις ψυχές.

Φιλήσανε όλες το Σταυρό. Ήταν όλες περιποιημένες, με τις πολύχρωμες φούστες κ.λπ. Και τους είπα:

-Παιδιά μου, χρόνια πολλά. Ο Θεός μάς αγαπάει όλους. Είναι πολύ καλός και «βρέχει επί δικαίους και αδίκους». Όλοι Τον έχομε Πατέρα και για όλους μας ενδιαφέρεται ο Θεός. Μόνο να φροντίσομε να Τον γνωρίσομε και να Τον αγαπήσομε κι εμείς και να γίνομε καλοί. Να Τον αγαπήσετε και θα δείτε πόσο ευτυχισμένες θα είστε.

Κοιτάξανε απορημένες. Κάτι πήρε η ψυχούλα τους η ταλαιπωρημένη.

Χάρηκα, τους λέω τέλος, που μ' αξίωσε ο Θεός να έλθω σήμερα και να σας αγιάσω. Χρόνια πολλά! Χρόνια πολλά, είπαν κι εκείνες κι έφυγα.
Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου/Βίος &Λόγοι(Εκδ.Χρυσοπηγή -Χανίων)

Ο Θεός ακούει όλα τα παιδιά του

Μιά πονεμένη χήρα μάνα βρίσκεται σ’ ἕνα νοσοκομεῖο μέ τό δίχρονο παιδάκι της νά χαροπαλεύει ἀπό λευχαιμία. Ὁ πόνος τῆς εἶναι μεγάλος, διότι ἤδη ἔχει χάσει ἄλλα δυό παιδιά, καί τώρα ἔβλεπε νά τῆς φεύγει καί τό τελευταῖο, τρίτο βλαστάρι της. Ὅσο περνοῦσαν οἱ ὧρες, τόσο καί πιό πολύ μεγάλωνε ἡ ἀπελπισία της.

Ἦταν ἤδη 2:00 μετά τά μεσάνυκτα, ὅταν ὅλως ἐκτάκτως πέρασε ἀπό τό θάλαμο ὁ διευθυντής τοῦ τμήματος, νά δεῖ ἕνα διπλανό κοριτσάκι ‘’ἐπί πληρωμή’’ καί ἀπό παρόρμησι πρόσεξε καί τό δίχρονο παιδάκι τῆς χαροκαμένης ἐκείνης μάνας. Τό ἐξέτασε καί τῆς εἶπε: Λυπᾶμαι πολύ κυρία μου. Πάρε τό παιδάκι σου καί φύγε τώρα, γιά νά πεθάνη τουλάχιστον στήν ἀγκαλιά σου καί στό σπίτι σου.

Σάν τό ἄκουσε αὐτό ἡ δύστυχη μάνα ἀπό τό στόμα τοῦ γιατροῦ, μέ λυγμούς, τύλιξε τό παιδάκι της μέ μία κουβερτούλα, τό ἕσφιξε στήν ἀγκαλιά της καί ἔφυγε τρέχοντας. Βγῆκε στό δρόμο… Παντοῦ ἐπικρατοῦσε ἐρημιά καί ἡσυχία. Τίποτα δέν κυκλοφοροῦσε.

Σέ μία στροφή τοῦ δρόμου, βλέπει ξαφνικά μπροστά τῆς μία νεαρή σχετικά γυναίκα, περίπου 30 ἐτῶν. Μόλις εἶχε τελειώσει τή <<δουλειά της>>, ἦταν πόρνη.

Μόλις ἔφθασε ἡ μάνα μπροστά της, τήν σταμάτησε καί τῆς ἔβαλε μέ βία τό παιδάκι τῆς μέσα στήν ἀγκαλιά της. Ταυτόχρονα, ἔπεσε στά πόδια της καί φώναξε: Σῶσε τό παιδί μου! Σῶσε τό παιδί μουουουου!!!

Τά ἔχασε αὐτή! Πόρνη ἦταν, ἁμαρτωλή ἦταν, βυθισμένη στό βοῦρκο τῆς ἀκολασίας! Τί νά κάνει; Στά πόδια τῆς μία μάνα, στά χέρια τῆς ἕνα παιδί πού ἔσβηνε. Τό εἶδε ὅτι ἔσβηνε. Σήκωσε τά μάτια της στόν οὐρανό καί εἶπε μέ δυνατή φωνή: Τί προσευχή νά κάνω τώρα Θεέ μου; Ἐγώ εἶμαι ἁμαρτωλή, ἐγώ εἶμαι πόρνη! Τώρα μόλις <<τελείωσα>> τήν δουλειά μου. Ἄν δέν μ’ ἀκοῦς ἐμένα –καί δέν θά μέ ἀκούσεις, βέβαια, γιατί εἶμαι ἁμαρτωλή- ἄκουσε τουλάχιστον αὐτή τή πονεμένη μάνα.

Ἐκείνη τή στιγμή ἔγινε τό θαῦμα!!! Κατέβηκε ἕνα φῶς ἀπό τόν οὐρανό καί τό παιδί ἄνοιξε τά ματάκια του, φώναξε <<μανούλα μου!>> κι ἅπλωσε τά χεράκια του ἀγκαλιάζοντας τή πόρνη, γιατί νόμισε ὅτι αὐτή ἦταν ἡ μανούλα του. Πάρ’ τό τῆς εἶπε. Ὁ Θεός ἔκανε τό θαῦμα Του!

Ὁ Θεός ἄκουσε τή προσευχή μίας ἁμαρτωλῆς, μίας πόρνης καί ὄχι τῆς μάνας! Αὐτό συντάραξε τά λιμνάζοντα ‘’νερά’’ στή ψυχή τῆς ἁμαρτωλῆς γυναίκας, ὥστε μέ συντριβή καί μετάνοια, καί μέ ἐξομολόγηση, ὁριστικά πλέον ἄλλαξε τό σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας μέ τή νέα ἐν Χριστῷ ζωή. Δόξα στό Ὄνομά σου, Κύριε!

Πηγή: π. Στεφάνου Ἀναγνωστόπουλου, «Πνευματικές διαδρομές στούς μακαρισμούς»

Δεν υπάρχουν σχόλια: