Ὦ Θεία Ἀγάπη, ἐλθέ, ἱκετεύω.




Ὦ Θεία Ἀγάπη, ἐλθέ, ἱκετεύω,

ἐξ ὅλης ψυχῆς μου καὶ μέσης καρδίας,

καὶ σκήνωμα θεῖον, Χριστέ, ποίησόν με

καὶ πάσης κηλῖδος, ὦ καθάρισόν με.

Ὦ Θεία Ἀγάπη, ἀγάπης ἐνθέου

τὴν Σὲ ἐκζητοῦσαν ψυχὴν ἔμπλησόν μου

καὶ ἔρωτα θεῖον, Ὦ Θεία Ἀγάπη,

θερμῶς ἱκετεύω, τῷ δούλῳ Σου δός μοι.

Ὦ Θεία Ἀγάπη, τὴν Σὴν ἱκετεύω,

ἀγάπην παράσχου τοῖς Σὲ ἐκζητοῦσι·

 Ἡ γὰρ Σὴ ἀγάπη τὸ πλήρωμά ἐστι

τοῦ Θείου Σου Νόμου, Ἀγάπη γλυκεῖα.

Ὦ Θεία Ἀγάπη, ἡ μόνη πληροῦσα

τὸν σύμπαντα κόσμον καὶ ἡ συντηροῦσα,

Σὺ πέλεις ὁ νόμος τῶν ἐπουρανίων,

Σὺ πέλεις ὁ νόμος καὶ τῶν ἐπιγείων.

Ἡ Σὴ Βασιλεία ἐστὶν ἡ ἀγάπη,

ἐν ᾗ βασιλεύει χαρὰ καὶ εἰρήνη,

ἐν ᾗ βασιλεύει ἡ μακαριότης,

ὁ ἔρως τοῦ Θείου καὶ ἡ εὐφροσύνη.

Ἅγιος Νεκτάριος.




Ὁ ὑποτακτικὸς κάποιου Γέροντα ἔμενε σὲ μία καλύβα δέκα μίλια μακριὰ ἀπὸ τὴ σκήτη. Μία μέρα θέλησε νὰ τὸν εἰδοποιήσῃ ὁ Γέροντας νὰ ἔλθῃ νὰ πάρῃ τὸ ψωμί του. Ὕστερα ὅμως σκέφθηκε: Γιὰ λίγα ψωμιὰ νὰ κάνω τὸν Ἀδελφὸ νὰ περπατήσει δέκα μίλια; Ἂς τοῦ τὰ πάω μόνος. Ἔβαλε τὸ ταγάρι στὸν ὦμο καὶ ξεκίνησε. Πηγαίνοντας, σκόνταψε σὲ μία πέτρα κι ἔκανε τέτοια πληγὴ στὸ πόδι, ποὺ ἦταν ἀδύνατον νὰ σταματήσει τὸ αἷμα. Ἀπὸ τὸν ὑπερβολικὸ πόνο ποὺ ἔνιωσε, ἄρχισε νὰ κλαίει.
- Γιατί κλαῖς, Ἀββᾶ; ἄκουσε πίσω του μία γλυκειὰ φωνὴ νὰ τὸν ρωτᾷ.
Ἔστρεψε τὸ κεφάλι καὶ εἶδε ἕναν ὡραῖο Ἄγγελο. Δὲν φοβήθηκε ὅμως, ἀλλὰ τοῦ ἔδειξε μὲ τὸ δάκτυλο τὴν πληγή.
- Πάψε νὰ κλαῖς γι᾿ αὐτὸ τὸ τιποτένιο πρᾶγμα, τὸν πρόσταξε ὁ Ἄγγελος. Τὰ βήματα ποὺ κάνεις γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Ἀδελφοῦ τὰ ἔχω μετρημένα καὶ θὰ πάρεις τὴν ἀμοιβή σου ἀπὸ τὸν Θεό.
Ὁ Γέροντας πῆρε θάῤῥος καὶ χαρούμενος συνέχισε τὸ δρόμο του. Ἀπὸ τότε προθυμοποιήθηκε νὰ ἐξυπηρετεῖ τοὺς Ἀδελφούς.
Μία μέρα πῆρε πάλι ψωμιὰ νὰ τὰ πάει σ᾿ ἄλλον Ἐρημίτη ποὺ ἔμενε πολὺ πιὸ μακριά. Συνέβηκε ὅμως νὰ ἔρχεται κι ἐκεῖνος μὲ τὸν ἴδιο σκοπὸ καὶ συναντήθηκαν στὸ δρόμο.
- Ἀδελφέ μου, εἶπε πρῶτος ὁ Γέροντας, μὲ κόπο ἀπέκτησα ἕνα μικρὸ θησαυρὸ καὶ πρόλαβες ἐσὺ νὰ μοῦ τὸν πάρεις.
- Μήπως ἡ στενὴ πύλη χωράει μόνο ἐσένα, Ἀββᾶ; Κάνε λίγο τόπο νὰ περάσουμε κι ἐμεῖς, τοῦ ἀποκρίθηκε ὁ Ἀδελφός.
Ἐνῷ ἔλεγαν αὐτά, ἦλθε πάλι ὁ Ἄγγελος καὶ τοὺς εἶπε:
- Αὐτὴ ἡ φιλονικία σὰν εὐωδία στὸ λιβάνι ἀνεβαίνει στὸν οὐρανό.

Δεν υπάρχουν σχόλια: